Κωδικός:Κ/ΕΑΜ/A1/4823
Θέση:Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Κατηγορία:Σκεύος Τελετουργικό
Είδος:Ρυτό Πλαστικό - Ομοίωμα Υποδήματος
Χρονολόγηση:β' μισό του 14ου αιώνα π.Χ. - α' μισό του 13ου αιώνα π.Χ.
Κατάσταση Διατήρησης:Ελλιπές
Υλικό:Πηλός
Περιγραφή:"Πήλινο ρυτό σε σχήμα υψηλού κλειστού υποδήματος, β' μισό 14ου αι. π.Χ. («Ρυτό των Φίλων"").
Σωζόμενο ύψος: 0,173 μ., μήκος: 0,225 μ., μέγιστο πλάτος πέλματος: 0,074 μ.
Πιθανή προέλευση: Πικέρμι Αττικής. Δωρεά της Εταιρείας των Φίλων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου το 1935.
Ελλιπές στο ανώτερο τμήμα της κυλινδρικής κνήμης, στην κορυφή του αγκιστροειδούς πρόσθιου άκρου και συμπληρωμένο σε μικρά τμήματα των τοιχωμάτων. Συγκολλημένο από πολλά τεμάχια. Πηλός καθαρός ροδόχρωμος, επίχρισμα ξανθό, βαφή στιλπνή πορτοκαλέρυθρη, κατά τόπους καστανή και εξίτηλη. Η οπή εκροής σφραγίστηκε με γύψο στην πρώτη συγκόλληση του αγγείου και μετέπειτα ανοίχθηκε.
Ακριβές ομοίωμα υποδήματος εφήβου ή ενήλικης γυναίκας. Όπως το ρυτό της Αλυκής, φέρει αγκιστροειδές πρόσθιο άκρο και κυλινδρική τροχήλατη κνήμη. Προσεγμένης, αν και λιγότερο λεπτότεχνης διακόσμησης από το παράλληλό του, φέρει άβαφο πέλμα, πλην εγκάρσιας ζώνης με γραμμίδια στο στενότερο σημείο του, εν είδει συνδέσμου και γραπτό δακτύλιο περί την οπή εκροής. Η τελευταία ανοίχθηκε πριν από την όπτηση στην κυρτή επιφάνεια του πέλματος, όπως ακριβώς στο ρυτό της Αλυκής Αττικής. Ζεύγος αδρών εγχάρακτων γραμμών περιτρέχει τις παχειές άβαφες πλευρές του καττύματος και άλλο γραπτό λίγο υψηλότερα την παρυφή του. Όλο το σώμα του ρυτού καλύπτεται από πυκνό πλέγμα φολιδωτών κοσμημάτων με ενσωματωμένους συμπαγείς παπύρους. Ο τροχήλατος κύλινδρος της κνήμης φέρει, αντί ανελισσόμενης ταινίας, εννέα παχείς δακτυλίους.
Τα δύο ρυτά, της Αλυκής και των Φίλων, κατασκευάστηκαν με παρόμοιο τρόπο. Ωστόσο εντοπίζονται διαφορές σε επίπεδο αισθητικής αποτίμησης. Το ρυτό των Φίλων είναι περισσότερο φυσιοκρατικό στους όγκους του πέλματος και της πτέρνας, η οποία στο ρυτό από την Αλυκή είναι στενή και συμβατική. Το άγκιστρο του πρόσθιου άκρου είναι σχεδόν σύμφυτο με τη ράχη του υποδήματος και ο όγκος στους ταρσούς είναι πιο ευρύχωρος, όπως στα σύγχρονα τσαρούχια. Αντίθετα, ο γραπτός διάκοσμος είναι λιγότερο ευφάνταστος, ακόμη λιγότερο λεπτότεχνος και τα vacua μένουν χωρίς παραπληρωματικά στοιχεία. Οι επάλληλοι δακτύλιοι, αντί ανέλιξης στην κνήμη, δείχνουν σχηματοποίηση του προτύπου, το οποίο ήταν ασφαλώς τα δετά κορδόνια σε ανελισσόμενη περιστροφή. Το ρυτό της Αλυκής παρουσιάζει μεγαλύτερη φαντασία, λεπτότερη και αρτιότερη εκτέλεση του διακόσμου, που δεν αφήνει το παραμικρό κενό, αλλά και χαλαρότερη τήρηση των φυσιοκρατικών αναλογιών. Οι προφανείς ομοιότητες στην κατασκευή των δύο ρυτών και στον τύπο του υποδήματος που μιμούνται, αλλά και οι διαφορές στην απόδοση των όγκων και της διακόσμησης υποδηλώνουν διαφορετικούς, αν και σύγχρονους, καλλιτέχνες, εμπνευσμένους από συγκεκριμένο και οικείο σ' αυτούς, τύπο υποδήματος. Τέλος, τα φολιδωτά κοσμήματα (FM 44: 4) και οι ενσωματωμένοι συμπαγείς πάπυροι (FM 11: 20) υποδεικνύουν τη χρονολόγησή του ρυτού των Φίλων στην ΥΕ ΙΙΙΑ2 περίοδο ή στην αρχή της ΥΕ ΙΙΙΒ, όπου δηλαδή και το ρυτό της Αλυκής.
Τα πήλινα ομοιώματα της Αττικής είναι τα μόνα ακέραια παραδείγματα του είδους στη μυκηναϊκή κεραμική. Ωστόσο, δεν είναι τα μόνα σωζόμενα. Ενα τρίτο αποσπασματικό παράδειγμα ήλθε στο φως από την ανασκαφή του δωματίου 13 και των γύρω επιχώσεων, στις «Οικίες του λόφου της Παναγίας» στις Μυκήνες. Κατασκευασμένο από ντόπιο πηλό και χρονολογούμενο στην ΥΕ ΙΙΙΒ περίοδο, διαφέρει από τα ακέραια παράλληλά του χρονικά, τεχνοτροπικά και ως προς τον τύπο του υποδήματος, που αποδίδει. Τα όστρακα του χείλους δείχνουν ότι πρέπει να ήταν λοξό και όχι οριζόντιο. Ο γραπτός διάκοσμος, που περιγράφει τρόπο ραφής και πρόσδεσης στην πολύ λεπτή πτέρνα και στην κνήμη, θυμίζει περισσότερο τα σημερινά πέδιλα και, τέλος, το μεγαλύτερο τμήμα του πέλματος και της μύτης έχει χαθεί. Είναι άγνωστο αν τελείωνε σε αγκιστροειδές πρόσθιο άκρο και αν έφερε οπή εκροής, αν ήταν δηλαδή ρυτό, πιθανότητα που δεν πρέπει να αποκλειστεί. Σε αυτήν την περίπτωση, η ανεύρεσή του εκτός ταφικού συνόλου ενισχύει την επικρατούσα ερμηνεία σχετικά με τα ρυτά του Αιγαίου, που είναι συχνά τόσο σε ταφικά όσο και σε οικιστικά σύνολα έχοντας κατά περίπτωση διαφορετική χρήση: σπονδική, αλλά και οικιακή. Αίθουσα 3, προθήκη 1."