Κωδικός:Κ/14η ΕΒΑ/83/96
Θέση:Μουσείο Μονής Λειμώνος
Κατηγορία:Έργο Ζωγραφικό
Είδος:Εικόνα
Υποδιαίρεση:Εικόνα Φορητή
Χρονολόγηση:Τέλη 17ου αιώνα
Κατάσταση Διατήρησης:Ακέραιο
Υλικό:Ξύλο Αδιάγνωστο
Περιγραφή:Φορητή εικόνα. Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ΘΕΣΗ: Μουσείο Μ. Λειμώνος ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ: Καθολικό Μ. Λειμώνος ΥΛΗ - ΤΕΧΝΙΚΗ: Στοκαρισμένο ξύλο - Τέμπερα ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ:20,4x15,4x2 εκ. ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ: Μέτρια με απολεπίσματα ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ: τέλος 17οθ αι. Ο Ιωάννης εικονίζεται σε προτομή, μετωπικός και γέρος με υψηλή φαλάκρα. Με το αριστερό χέρι κρατά το ευαγγέλιό του έχοντας το δάχτυλο ανάμεσα στις σελίδες, ώστε στον μισάνοιχτο κώδικα ο θεατής να μπορεί αν δει το τέλος των στίχων από την αρχή του ευαγγελίου: ΕΝ ΑΡΧΗ/ [ΗΝ Ο] ΛΟ/[ΓΟC] ΠΡΟC.. στο recto του πρώτου φύλλου. Πάνω στην τελευταία λέξη ο άγιος έχει ακουμπήσει το δεξί του χέρι. Το μικρό σχετικά κεφάλι του αγίου με τον κοντό λαιμό διακρίνεται από λεπτά χαρακτηριστικά: μικρή και λεπτή μύτη, μικρά αλλά φωτεινά μάτια, μικρό στόμα, χείλη τονισμένα με έντονο ερυθρό χρώμα, μικρά και κάπως σχηματοποιημένα αυτιά. Η απόδοση είναι μαλακή και οι όγκοι αναδεικνύονται με την ομαλή μετάβαση από τμήμα σε τμήμα. Τα μαλλιά και τα σχεδόν διχαλωτά γένια είναι φροντισμένα και αποδοσμένα με λεπτές και γκρίζες πινελιές δίνοντας την αίσθηση του όγκου και μαζί του επιμέρους. Το φωτοστέφανο δημιουργείται με διπλή χάραξη στο χρυσό κάμπο. Ο άγιος είναι ντυμένος με βαθυκύανο χιτώνα, που φέρει βαθυκάστανο "σημείο" κοσμημένο με ελισσόμενο βλαστό κάτι ασυνήθιστο για τη βυζαντινή και πρώιμη μεταβυζαντινή περίοδο, και πιθανόν να οφείλεται σε παρανόηση και αντιγραφή από κόσμημα περιλαίμιου. Ο χιτώνας φωτίζεται μόνον από κάποιες ανοιχτές κυανές πτυχές. Το ιμάτιο δίνεται σε μία απόχρωση του κόκκινου κρασιού που αναδεικνύει τις πτυχές του με βαθύτερο ερυθρό. Κολπώνεται χαρακτηριστικά κάτω από το δεξί χέρι και στη μέση και καθώς απλώνεται η πλούσια πτύχωση υποδηλώνει ότι α άγιος είναι κάπου καθισμένος. Το πλάσιμο του προσώπου δείχνει τις ιδιαίτερες γνώσεις του άγνωστου ζωγράφου στην τεχνική των φορητών εικόνων, όπως αυτή διαμορφώνεται στο β' μισό του 16ου αι. και αργότερα. Στο χρυσό βάθος της εικόνας δόθηκε με κιννάβαρι η επιγραφή: Ο Α{ΓΙΟC) Ο ΘΕΟΛΟ(ΓΟC). Ο μικρών δυνατοτήτων ζωγράφος εργαζόμενος ασφαλώς στο τέλος του 17ου αι. προσπαθεί να εφαρμόσει τεχνοτροπία στην οποία η δυτική αντίληψη στο πλάσιμο του προσώπου και την πτυχολογία είναι εμφανής.